- σκίλλα
- I
(scilla). Γένος της οικογένειας των Λειριιδών ή Λιλιδών (μονοκοτυλήδονα), που περιλαμβάνει πολυάριθμα καλλωπιστικά είδη. Κοινό είδος σε αμμώδεις και πετρώδεις παραθαλάσσιες θέσεις παντού στην Ελλάδα και γενικά στις ακτές της Μεσογείου είναι η σ. η παράλια, που μερικοί την κατατάσσουν στο γένος ουργινέα. Πρόκειται για φυτό με βολβούς, που αναφέρεται ως φαρμακευτικό από τον Πλίνιο και το Διοσκουρίδη. Ο ωοειδής βολβός του, όταν κοπεί, έχει μυρουδιά πολύ καυστική. Οι ουσίες που περιέχονται σ’ αυτόν χρησιμοποιούνται στη θεραπευτική γιατί έχουν καρδιοτονωτικές, διουρητικές και αντιασθματικές ιδιότητες. Τα φύλλα του είναι παράριζα, προμήκη, μυτερά και παχιά. Τα άνθη, που στη διάταξη σχηματίζουν βότρυ, βρίσκονται στην κορυφή του ανθοφόρου στελέχους και αποτελούνται μόνον από το περιγόνιο, που είναι αστεροαδές, με 6 προμήκη λευκορόδινα σέπαλα. Η ελληνική χλωρίδα αριθμεί τέσσερα ακόμα άγρια είδη: τη σ. τη δίφυλη με άνθη κυανά και κάποτε ρόδινα ή λευκά, τη σ. τη μεσσηνιακή με άνθη κυανά, τη σ. την υακινθοειδή με άνθη κυανοϊώδη και τη σ. τη φθινοπωρινή, που ανθίζει το φθινόπωρο και έχει άνθη κυανοϊώδη. Η σ. η κωδωνοειδής έχει άνθη κωδωνοειδή ρόδινα και είναι ιθαγενής της Ισπανίας και Πορτογαλίας.II(squilla). Μαλακόστρακο καρκινοειδές της οικογένειας των Σκιλλιδών. Είναι κοινό κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου και στις ευρωπαϊκές ακτές του Ατλαντικού. Έχει μήκος 20 περίπου εκ. και έμμισχα μάτια. Τα πρώτα πέντε ζευγάρια θωρακικών ποδιών έχουν μετατραπεί σε γναθιαία πόδια, το δεύτερο όμως ζευγάρι απ’ αυτά, είναι πολύ αναπτυγμένο και έχει σχήμα αρπακτικής χηλής όπως τα πρώτα πόδια του έντομου μάντις η θρησκευτική (απ’ όπου και το όνομα του είδους). Η σ., που είναι εδώδιμη, ψαρεύεται στους χειμερινούς μήνες, όταν είναι πλούσια σε αβγά.
Ανθισμένο φυτό σκίλλας. Το φυτό αυτό είναι κοινό σε αμμώδεις ή και πετρώδεις παραθαλάσσιες περιοχές σ’ όλη την Ελλάδα.
* * *η, ΝΑνεοελλ.βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων πολυετών ποωδών φυτών που ανήκουν στην οικογένεια λιλιίδες τής τάξης λιλιώδη, με 80 περίπου είδη που απαντούν σε πολλές εύκρατες περιοχές τής Γηςαρχ.είδος φυτού τού γένους σκίλλα, γνωστό με τη λόγια ονομασία Σκίλλα η παράλιος και, σήμερα, ως κρομμυδόσκιλλα, σκιλλοκρομμύδα, ασκίλλα, μπότσικας κ.ά., τους βολβούς τού οποίου χρησιμοποιούσαν για φαρμακευτικούς σκοπούς.[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. δάνεια λ., άγνωστης προέλευσης].
Dictionary of Greek. 2013.